function remplaza_fecha(d){ var da = d.split(' '); dia = ""+da[0]+""; mes = ""+da[1].slice(0,3)+""; anio = ""+da[2]+""; document.write(dia+mes+anio); }

Μολύβι!

Μικρά αφηγήματα και ποιήματα από τον Σωκράτη Κουρτσίδη.

Οι υπολογιστές είχαν κλείσει τα βλέφαρα τους στην κουρασμένη πόλη. Το βαθύ μπλε διαχύθηκε σαν πεισματάρα ομίχλη στο χώρο καλύπτοντας τις γερασμένες οικοδομές και τις παλιές ετοιμόρροπες κεραίες στις ταράτσες. Κάποια αεροπλάνα έραβαν με τις γραμμές των καυσαερίων τους περιστασιακά το πέπλο της νύχτας, κινούμενα άστρα στον μερικώς έναστρο ουρανό. Οι δρόμοι λούστηκαν τα λιγοστά φώτα που ψέκαζαν οι παλιοί λαμπτήρες γκαζιού, φως που έπαιζε με τις σκιές από τους ανυποψίαστους διαβάτες, τα νυσταγμένα λεωφορεία και τα καταπονημένα αυτοκίνητα.

Αποχαιρέτησε τον φίλο του και κίνησε βιαστικά να προλάβει το τραμ. Κοίταξε το ρολόι, είχε ξεχαστεί. Το βήμα του τώρα άρχισε να γίνεται ολοένα και πιο ταχύ. Σιγά-σίγα άρχισε να συνειδητοποιεί ότι έπρεπε να τρέξει. Το βήμα έγινε δρασκελιές και κατόπιν τροχάδην. Μέσα σε δύο λεπτά έτρεχε σαν να ήταν ολυμπιονίκης σε στάδιο στίβου. Ήλπιζε πως θα τα κατάφερνε και θα το προλάβαινε το τραμ  αυτό, το τραμ το τελευταίο…

Τελικά δεν το πρόλαβε. Λαχανιασμένος και γερμένος με τα χέρια στα γόνατα απόμεινε εκεί στη μέση του δρόμου να το βλέπει να ξεμακραίνει με τον γνώριμο ήχο των γραμμών που τρίζουν, σαν τον πείραζαν περιπαιχτικά που αψήφησε τον χρόνο. 

Για μια στιγμή πήγε να βλαστημήσει την τύχη του.  Μα στην επόμενη όρθωσε  αποφασιστικά το γερμένο κορμί του, σουλούπωσε τα ρούχα του και σαν να μην τρέχει τίποτα άρχισε να τραγουδάει τον σκοπό από το «τραμ το τελευταίο». Μετά γέλασε από μόνος του με το πάθημά του και πήρε το ποδαρόδρομο για το σπίτι. Ίσως κάτι καλό θα του τύχαινε και πάλι, κάτι θα του έφερνε η ζωή, όλα είχαν το σκοπό τους,  σκέφτηκε παραδομένος στον συρμό των μουδιασμένων βημάτων του. 

Περνώντας από το εμπορικό κέντρο η ματιά του προσέκρουσε στις βιτρίνες με τα ανέκφραστα μοντέλα και τον πλαστικό φωτισμό. Χρώματα και υφάσματα από τον τρίτο κόσμο, κομμένα και ραμμένα στις υποταγές ενός πρωτόγονου λάιφ-στάιλ να μαστιγώνει ακατάπαυστα τα κορμιά των κατοίκων. Ένας περαστικός με μία συρόμενη βαλίτσα ταξιδίου έστεκε εκεί αποσβολωμένος και τα κοιτούσε, επεκτείνοντας έτσι τη βιτρίνα πέρα από το γυαλί, στην άλλη πλευρά του πεζοδρομίου. Τα κουρασμένα μάτια του γυάλιζαν μέσα στο υγρό σκοτάδι, σπίθες σαν από ασετιλίνη στο καυτό μέταλλο της αλλοτρίωσης, του έδειχναν έναν άλλο τρόπο να ζήσει, να τραφεί, να κάνει έρωτα, μακριά από τις επιταγές της ψυχής του.  Τον προσπέρασε με μια άκομψη ντρίπλα, χωρίς καν να του αποσπάσει την προσοχή.

Στο σκουριασμένο λιμάνι τα πλοία μούγκριζαν αντιπαλεύοντας τον παφλασμό των αέναων κυμάτων και τους τσιριχτούς ήχους των γερανών.  Η υγρασία σε εκείνο το μέρος ένα κρύο μέταλλο να αγκαλιάζει τους λιμενεργάτες προσκαλώντας τους να χορέψουν ακόμα μια νύχτα το ίδιο πρόστυχο ταγκό κάτω από τους ήχους των κλαρκ και των λαμαρινών που μούγκριζαν. Ο μανιασμένος θαλασσινός αγέρας διάβρωνε τα ίχνη από τα χέρια που κάποτε άγγιξαν τα κοντέινερ στην αντίπερα όχθη του ωκεανού.

Κάποια ζαλισμένα μπαράκια που τρεμόπαιζαν στο φως των κεριών ετοιμάζονταν να σβήσουν. Οι λιγοστοί θαμώνες, σαν δερβίσηδες που πάνω στις στροφές απώλεσαν παντελώς τη θρησκεία τους, εγκατέλειπαν άβουλα τα παλιά σανίδια, γεμάτα με ποτισμένα αποτσίγαρα και ποτό να κολλάει, και με άδεια καρδιά ξάπλωναν στα γόνατα του ύπνου ικετεύοντάς τον να τους απελευθερώσει από τα δεσμά του. Η ίδια διαδρομή κάθε βράδυ, άλλα πρόσωπα, μα μέσα τους οι ίδιες ψυχές να μετενσαρκώνουν το ίδιο μοτίβο. 

Τα παλιά σταράκια είχαν σχεδόν λιώσει, παντού  μοσχομύριζε και η γέρικη άσφαλτος διψούσε, ήταν όμορφη αυτή η καλοκαιρινή νύχτα και τόσο δροσερή. Πια δεν νύσταζε, οι αισθήσεις του ήταν σε εγρήγορση και τα μάτια του σαν τα ορθάνοιχτα παράθυρα των σπιτιών στις γειτονιές που περπατούσε. Που και που συναντούσε και κάποιον άνθρωπο στο μπαλκόνι του να χαίρεται και αυτός τη δροσιά και το άρωμα των γιασεμιών. Από πάνω του ένα φεγγάρι που λίγο ακόμα ήθελε για να γίνει πανσέληνος, με το φως του να πέφτει ορμητικά σαν καλοκαιρινή βροχή από τον ουρανό πλημμυρίζοντας το ψηφιδωτό ανάγλυφο της πόλης.

Σε κάποιο σημείο της πορείας του στάθηκε και έκλεισε για μία ακόμα φορά τα μάτια του. Ασάλευτος εκεί τα κράτησε κλειστά. Αφέθηκε για μια ακόμη φορά στο κύμα της, άνοιξε τα πνευμόνια του και επέτρεψε στον χείμαρρό της να κατακλύσει το κορμί του. Ένα ρίγος τον κατακυρίευσε, το κάθε κύτταρό του ηλεκτρίστηκε από ενέργεια, μόνο η καρδιά ακουγόταν τώρα πια. Και τότε ήταν που ένοιωσε. 

Ένοιωσε για πρώτη φορά τους ανθρώπους αυτής της πόλης. Ναι, τους ένοιωσε. Να κοιμούνται γλυκά κι ανάλαφρα, με τα στρώματά τους να επιπλέουν σε μακρινές θάλασσες πλασμένες απ’ όνειρα. Είδε τα νυσταγμένα χέρια να χαϊδεύουν τα μέτωπα των μικρών παιδιών στοργικά και μετά να τα φιλούν γλυκά πριν τα παραδώσουν στον Μορφέα. Τραντάχτηκε συγκλονισμένος από τα ιδρωμένα κορμιά που χόρευαν ξεγελασμένα από την ηδονή και το πάθος, μέσα στη μέθη των πιο ακραίων αισθήσεων, τον αρχέγονο χορό του έρωτα.  Άκουσε το πρώτο κλάμα, αφουγκράστηκε τα πιο μυστικά  λόγια, τις λάγνες υποσχέσεις των μοιραίων εραστών, τις πιο βαθιές προσευχές, τα πιο ζεστά ψιθυρίσματα να ζεσταίνουν με την ανάσα τους τα πρόσωπα, τα πιο πρόστυχα μυστικά, τα ύστατα λόγια, τα τελευταία δάκρυα... Λικνίστηκε όπως το αγεράκι που μπαίνει στα υπνοδωμάτια και χαϊδεύει ανέμελα τα μαλλιά, το γυμνό δέρμα, τα υγρά χείλη και τις ζεστές φλέβες. Στροβιλίστηκε σαν το κρασί στο πρώτο αντάμωμά του με το κρύσταλλο. Αισθάνθηκε όλες τις ψυχές που είχαν φύγει προ πολλού να τον αγκαλιάζουν γεμάτες αγάπη και να τον κερνούν μηνύματα και φιλιά λατρεμένα για όλους εκείνους που δεν έχουν ποτέ ξεχάσει. Και πόσα άλλα.

Έμεινε εκεί για πολύ ώρα, παραδομένος, άυλος, διάφανος... Κάποια στιγμή άνοιξε ξανά τα μάτια, σήκωσε το βλέμμα του και κοίταξε ψηλά τον έναστρο τώρα πια ουρανό, τον Ωρίωνα, τη μεγάλη άρκτο, την Κασσιόπη και τους άλλους αστερισμούς. Κάτω από τα πάλσαρ, αυτούς τους διαστημικούς φάρους να του κλείνουν που και που το μάτι, γεμάτος δέος και ευγνωμοσύνη υποκλίθηκε στη νύχτα και χαμογέλασε ευτυχισμένος. Κάτι καλό είχε συμβεί ξανά.



(Ντίσελντορφ, 26 Απριλίου 2014)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γύρω από αυτό το Blog...

Αυτό το ιστολόγιο περιέχει προσωπικά μου κείμενα, γραμμένα με αρκετό μεράκι και φαντασία. Είναι αφιερωμένη στους φίλους και τις φίλες μου που διάβασαν τα περισσότερα και τους άρεσαν. Ακόμα περισσότερο στον πολύ καλό μου φίλο τον Άγγελο ο οποίος έφυγε τόσο άδικα από τη ζωή το 2006 και που και αυτός με τον δικό του τρόπο με παρότρυνε να γράφω. Μου λείπουν τα γέλια και τα πειράγματά μας πάρα πολύ...

Οι περισσότερες μικρές ιστορίες με την ετικέτα "Ψυχογράφημα" ανήκουν στην ομώνυμη συλλογή. Μερικές απ' αυτές είναι σε πρόχειρη μορφή και ίσως πρέπει να υποστούν περαιτέρω επεξεργασία στο μέλλον. Τουλάχιστον 6 αναμένεται να προστεθούν μέχρι το τέλος του 2014. Η σειρά αυτή εστιάζει κυρίως στα προβλήματα της σύγχρονης εποχής στις μεγαλουπόλεις, όπως είναι η αλλοτρίωση, η ανεργία, η αποξένωση των ανθρώπων, οι εικονικές σχέσεις, ο συνωστισμός, ο μικρός χώρος, η μοναξιά, ο πλασματικός τρόπος ζωής και το επιφανειακό lifestyle. Ο κύριος στόχος είναι να προβληματίσει τον αναγνώστη και να του δώσει ώθηση για κοινή δράση και συμμετοχή με τους συμπολίτες του στην επίλυση αυτών των προβλημάτων. Προσωπικά είμαι αισιόδοξος και πεπεισμένος ότι σιγά-σιγά με επιμονή και συνεχή αγώνα πολλά από αυτά τα προβλήματα θα λυθούν.

Εύχομαι να σας αρέσουν.

Σωκράτης Π. Κουρτσίδης

Γύρω από τον συγγραφέα

Γύρω από τον συγγραφέα
Σωκράτης Π. Κουρτσίδης
Όλα τα κείμενα που βρίσκονται σε αυτό το Blog

Όλες οι αναρτήσεις και τα κείμενα σε αυτό τον ιστότοπο αποτελούν πνευματική εργασία του Σωκράτη Π. Κουρτσίδη και προστατεύονται από το Νόμο {Ν.2121/1993, άρθρο 51, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα} και από νόμους που ισχύουν στο Διεθνές Δίκαιο, Αγγλικό Δίκαιο και τις Διεθνείς Συμβάσεις Βέρνης Παρισιού για τα Πνευματικά Δικαιώματα στο Διαδίκτυο για τις άλλες χώρες, επικυρωμένες από το Νόμο 100/1975 περί πνευματικής ιδιοκτησίας κι όλες τις μετέπειτα τροποποιήσεις του. Απαγορεύεται απολύτως άνευ γραπτής αδείας της δημιουργού η με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση, αναπαραγωγή, εκμίσθωση, δανεισμός, μεταποίηση, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό με οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρος του εκάστοτε έργου των αναρτήσεων.

Για οποιαδήποτε επικοινωνία με τον συγγραφέα, το τηλέφωνο επικοινωνίας είναι το 2118007270.